βραδιάζει
νωρίς πια \στην πλάτη του βουνού
[ο ουρανός αιμορραγεί τ’ απομεσήμερο
κι έτσι αποφεύγονται περιττές
συγκινήσεις]
η πόλη \
μακριά \ακόμα πιο μακριά
\\λες
κι ένα ελατήριο εκτονώνεται
κάθε
που μπαίνει ο Νοέμβρης\\
σιγοβράζει
\ κι ως εδώ φτάνει
αχός από
πομφόλυγες \πού και πού\
και καβουρδισμένα
νέα
απ’ τους
οδηγούς των λεωφορείων
στην προτελευταία
στάση\ στο καφενείο
με τις
λάμπες φθορισμού
και τα μπαγιάτικα
στραγάλια